Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008
Από τους ΑΝΕΝΤΑΧΤΟΥΣ ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΜΕΝΟΥΣ...
ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ ΕΥΧΩΝ
Είναι κάτι μέρες παράξενες...
Περιμένοντας στη στάση με πλησιάζει ένας άνθρωπος κουρελής, παραπατούσε και μου ζήτησε ένα τσιγαράκι. Του έδωσα. Σταμάτησε με κοίταξε και μου λέει «να είσαι καλά κοπέλα μου».
Μπαίνω στο λεωροφείο και μετά από δύο στάσεις ανεβαίνει μια γριούλα με κάτι πλαστικές τσάντες και δεν μπορούσε να κρατηθεί από πουθενά. Τις έπιασα τις τσάντες την έβαλα να καθίσει της χτύπησα το εισιτήριο, με κοίταξε μου λέει «την ευχή μου να 'χεις». Δεν περνάει λίγη ώρα κι ένας κύριος χοντρούλης ηλικιωμένος που κρεμόταν από το χερούλι με δυσκολία σ΄ένα απότομο φρενάρισμα χάνει την ισορροπία του και πάει να τσακιστεί. Κάνω μια κίνηση γρήγορη τον αγκαλιάζω και τον κρατάω γερά. Με κοιτάζει μου λέει «σας ευχαριστώ, να είστε καλά».
Οταν τελικά κατέβηκα μέχρι να φτάσω στο γραφείο είχα ένα περίεργο συναίσθημα.
Ενοιώσα κατά κάτι πλουσιότερη απ΄όταν βγήκα από το σπίτι. Σαν να πέρασα από το πρακτορείο και να είδα ότι είχα κερδίσει ένα μικρό αλλά ικανοποιητικό ποσό στο τζόκερ.
Σκέφτηκα έτσι σαν ταινία, ένα κόσμο όπου ο καθένας βγαίνοντας από το σπίτι του το πρωί θα ένοιωθε την ανάγκη να κερδίσει ένα «την ευχή μου να 'χεις». Να ξεκινάγαμε τη μέρα μας με μοναδικό στόχο να κερδίσουμε την «ευχή» κάποιου.
Αλλά όχι ένας ή δύο ή τρεις άνθρωποι. όλοι. Να γινόμασταν ξαφνικά προληπτικοί και να θεωρούσαμε αναγκαίο να κάνουμε μια έστω πράξη που θα κάνει να νοιώσει καλά κάποιος άλλος.
Σκέφτηκα αυτό το κόσμο σαν τη «χώρα των ευχών». Οι άνθρωποι θα περπατούσαν γνωρίζοντας ότι όσες ευχές πάρουν τόσα καλά θα γυρίσουν πίσω.
Σκέφτηκα ένα κόσμο που θα είχε πια καταλάβει πόσο φτωχός μπορείς να είσαι αν έστω και μια φορά δεν αγκαλιάσεις κάποιον που πάει να πέσει, δεν σηκώσεις το βάρος από κάποιον που δεν μπορεί να το σηκώσει, δεν κεράσεις κάποιον τρίτο που δεν έχει να κεραστεί από μόνος του.
Ονειρεύτηκα δηλαδή ένα κόσμο που δεν θα υπάρξει ποτέ, αλλά που τελικά μένει κάπου κρυμμένος βαθεία μας σ΄ένα μέρος του εαυτού μας που έχει ατροφήσει, ένα μέρος που δεν το ταΐζουμε ποτέ, τόχουμε εκεί να λιμοκτονεί λες και ντρεπόμαστε γι΄αυτό.
Σκέφτηκα ένα κόσμο που το να νιώθεις καλοσύνη μέσα σου, θα ήταν τιμή και όχι ανοησία. Το να γέρνεις προς τον δίπλα θα ήταν ένδειξη αγάπης κι όχι αδυναμίας. Το να μοιράζεσαι ένα βάρος με τον πιο εκεί θα ήταν δύναμη κι όχι αγγαρεία. Το να κερνάς απλόχερα έναν που δεν έχει θα ήταν ευχαρίστηση κι οχι επίδειξη....
Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι σήμερα αντιμετώπιζα κάτι δύσκολο βγαίνοντας από το σπίτι. Ευχόμουν κι εγώ να γίνει κάτι που περίμενα αλλά δεν φαινόταν να έχω καμμιά ελπίδα. Φθάνοντας όμως στο γραφείο, ω του θαύματος αυτό που περίμενα έγινε....
Μια μικρή ζήλια ένοιωσα μέσα μου. Για όλους εκείνους που σιωπηλά, χωρίς κανένας να τους υποχρεώνει, χωρίς να ζητούν ούτε μπράβο ούτε τίποτα, έχουν αφιερώσει το χρόνο τους να είναι κοντά στους άλλους.
Εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που πέρασαν από τη ζωή αυτή με σκοπό να μην αφήσουν πεινασμένο το «καλό κομμάτι» του εαυτού τους.
Όταν συνέχεια βρίζουμε τους πάντες και τα πάντα τώρα τελευταία για να κάνουμε πιο εφέ, λέμε (κι εγώ πρώτη απ΄όλους) σκατά είναι όλοι κι εγώ πρώτος απ΄ολους.
Ωραίο άλλοθι ε? Πολύ έξυπνο αλλά και πολύ πονηρό.
Ναι είναι πιο σκατάς αυτός που γνωρίζει αλλά δεν κάνει τίποτα παρά αυτός που δεν γουστάρει να κάνει.
Και το να το παραδεχτούμε, ούτε ιδιαίτερα μάγκες μας κάνει ούτε ξεχωριστούς από τον υπόλοιπο βούρκο...
Αντίθετα εκτός από ηττημένοι, μοιάζουμε και πιο δήθεν από τους δήθεν.
Μήπως πρέπει να φύγουμε απο δω μέσα και ν΄αρχίσουμε να κερδίζουμε καμμιά ευχή?
Η θα το συζητάμε αιώνια το θέμα έτσι για να περνάει η ώρα?....
Κατηγορια... Από Άλλα Blog
2 Σχολια:
Ευχαριστώ φίλε μου! Ελπίζω αύριο να δημοσιεύωσω κι εγώ για πρώτη φορά ένα κείμενο σου αθλητικά (και εννοείται κείμενο νίκης!!) :)
Αν μπορούσα θα τα αντέγραφα όλα... :)
Δημοσίευση σχολίου